Η Ευρώπη ξεκινάει από εδώ αναγράφει μια πινακίδα που μας καλωσορίζει στο Καστελλόριζο ή Μεγίστη, μα στο παρελθόν οι περισσότεροι κάτοικοι του νησιού αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν σε άλλη ήπειρο, στην Αυστραλία.
Στα πανοραμικά πλάνα που ακολουθούν παρατηρούμε την αμφιθεατρική διάταξη των κτιρίων κατά μήκος της προκυμαίας όλα στραμμένα προς την θάλασσα πηγή πλούτου για τους νησιώτες. Τα καπετανόσπιτα χτισμένα το ένα δίπλα στο άλλο αγκαλιάζουν την προκυμαία με την αρχοντιά τους και στην περιοχή των Πηγαδιών ο φακός προσπερνά την εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης για να ακολουθήσει στην πορεία ένα ιστιοπλοϊκό σκάφος καθώς πλέει αργά εντός του λιμανιού προσπερνώντας τα στενομέτωπα, δίπατα σπίτια της πέρα μεριάς.
Ψαράδες με ηλιοκαμένα πρόσωπα καθαρίζουν τα δίχτυα και γερόντισσες καθισμένες, ίσως να μιλούν για τις δόξες που γνώρισε κάποτε ο τόπος τους, και στο βάθος ο μιναρές από το παλιό τζαμί, νυν λαογραφικό μουσείο.
Μια σύντομη ματιά στα στενά λιθόστρωτα καλντερίμια που θαρρείς πως το παρελθόν έχει αφή και το αγγίζεις, στις μπουκαμβίλιες που σκαρφαλώνουν για να συντροφεύσουν τα έρημα αρχοντικά, στο ξενοδοχείο ο Παράδεισος, στον μοναχικό κιοσέ, στους φοίνικες, ίσως κατάλοιπο της Ιταλικής κατοχής, στις ασβεστωμένες πεζούλες, στα ενοικιαζόμενα δωμάτια της «Βαρβάρας» με τα μπλε κάγκελα στα παραθύρια, στα μικρά ανοίγματα στις καμπύλες των σπιτιών, στα λιθόκτιστα σπίτια που ο άνεμος σφυρίζει στις χαραματιές τους, και στην ηρεμία των κλειστών σπιτιών που μαρτυρούν τα περασμένα μεγαλεία της Μεγίστης.
Ο φακός συνεχίζει την περιήγησή του με λήψεις από το ενετικό κάστρο Καστέλλο Ρόσο, περνά από το παλιό τζαμί, στέκει στην άγκυρα που έχει δέσει στον μόλο, προσπερνά τις ψαρόβαρκες που στέκουν αναποδογυρισμένες στην στεριά και πριν σφαλίσει ο φακός, ένα τελευταίο πλάνο σε μια οικογένεια μεταναστών από την Αυστραλία που επέστρεψε για να μείνει μόνιμα στο νησί.